- Βοσκοπούλα ή Βοσκοπούλα η εύμορφη
- Τίτλος ποιμενικού ειδυλλίου της κρητικής λογοτεχνίας. Γράφτηκε στα τέλη του 16ου αι. ή στις αρχές του 17ου. Ο δημιουργός του είναι άγνωστος, από μερικούς όμως το έργο αποδίδεται στον Νικόλαο Δριμυτινό «εξ Αποκορώνου Κρήτης», ο οποίος και το εξέδωσε το 1627, για πρώτη φορά, στη Βενετία. Αποτελείται από 248 ενδεκασύλλαβα ομοιοκατάληκτα δίστιχα ή 496 ιαμβικούς ενδεκασύλλαβους στίχους, σε γνήσιο γλωσσικό ιδίωμα της δυτικής Κρήτης. Η υπόθεση αναφέρεται στη συνάντηση και στη δημιουργία κεραυνοβόλου και δυνατού ερωτικού αισθήματος μεταξύ νεαρού βοσκού και πανέμορφης βοσκοπούλας. Η αγάπη μεταξύ των νέων ήταν αμοιβαία και ανταλλάσσονται όρκοι πίστης και αφοσίωσης. Ο βοσκός όμως αναγκάστηκε να λείψει μακριά για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το προβλεπόμενο. Η βοσκοπούλα, μην μπορώντας να αντέξει τον χωρισμό, πέθανε. Όταν επέστρεψε ο αγαπημένος της, έμαθε τα δυσάρεστα νέα από τον απαρηγόρητο πατέρα της και, απαρηγόρητος κι αυτός, έτρεξε αμέσως στον τάφο της, όπου, θρηνώντας την, έδωσε την υπόσχεση πως θα μείνει ολομόναχος για να την θυμάται πάντα, να πονάει συνεχώς και έτσι να πεθαίνει κάθε μέρα. Το ειδύλλιο αυτό διακρίνεται για την απλότητα της έκφρασης και την ανθρωπιά του, το ερωτικό δε στοιχείο του είναι αληθινό και πηγαίο. Διαδόθηκε σε ολόκληρη την Κρήτη, στα Επτάνησα, στη Μήλο, στη Χίο, στη Νάξο και σε άλλες ελληνικές περιοχές. Ο Διονύσιος Σολωμός αναφέρει το έργο στον Διάλογό του, λέγοντας: «ποίημα, όπου δεν είναι γυναίκα να μη γνωρίζει και έχει στη ράχη του χρόνους διακόσιους». Αν και θεωρείται ότι είναι βασισμένο σε ιταλικό πρότυπο, ο ποιητής γνωρίζει καλά τη γλώσσα και έχει υποστεί ισχυρές λαϊκές επιδράσεις. Από την αρχική έκδοση του έργου σώζονται μόνο δύο αντίτυπα, το ένα στη βιβλιοθήκη Αντζέλικα της Ρώμης και το άλλο σε αυτήν του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Dictionary of Greek. 2013.